ΠΟΛΥΚΡΙΤΟΣ

ΘΕΜΑΤΑ, ΣΧΟΛΙΑ, ΙΔΕΕΣ ΚΑΙ ΛΙΓΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ


Το 1966 ο αείμνηστος κριτικός, σκηνοθέτης, παραγωγός και βιβλιολάτρης Francois Truffaut μας έδωσε μια από τις σημαντικότερες δημιουργίες στην ιστορία του κινηματογράφου, την ταινία Fahrenheit 451”.

Το σενάριο, που είχε βασισθεί στη νουβέλα του Ray Bradbury, μας μετέφερε σε κάποια χώρα ενός ζοφερού μέλλοντος όπου η κρατική εξουσία έχει θέσει εκτός νόμου την κατοχή και ανάγνωση βιβλίων και η Πυροσβεστική Υπηρεσία έχει εξελιχθεί σε φοβερή αστυνομική μηχανή καταστολής με κύρια αρμοδιότητα την ανεύρεση και επί τόπου καύση των βιβλίων που μερικοί θα τολμούσαν να κρύψουν αψηφώντας τις απαγορεύσεις του καθεστώτος.

Μόνη πηγή ενημέρωσης και ψυχαγωγίας των πολιτών ήταν η Τηλεόραση. Στα σπίτια των υπηκόων αυτής της χώρας είχαν εγκατασταθεί μεγάλες επίπεδες παραλληλόγραμμες οθόνες κρεμασμένες στον τοίχο μέσα από τις οποίες διοχετευόταν η «γνώση», η «διασκέδαση» και κάθε μορφής «πολιτισμός» που το καθεστώς επέλεγε για τους υπηκόους του.

Φέρνοντας κανείς στο μυαλό του την ταινία αυτή, μοιραία οδηγείται σε συγκρίσεις και παραλληλισμούς με όσα συμβαίνουν δυστυχώς στη σημερινή Ελλάδα. Βέβαια, εδώ σήμερα δεν καίμε τα βιβλία και μερικές γραφικές εξαιρέσεις πυρομανίας που κατά καιρούς εκδηλώνονται με πρωταγωνιστές τους γνωστούς παλικαράδες νοσταλγούς των Ναζί , ή τους ορθόδοξους φονταμενταλιστές των παραεκκλησιαστικών οργανώσεων, προκαλούν περισσότερο αγανάκτηση παρά ανησυχία.

Όμως, οι νεοέλληνες αντί να καίνε τα τυπωμένα κείμενα, απλά δεν τα διαβάζουν!

Οι σχετικές μετρήσεις που έχουν δημοσιευθεί από το 2002 στο Ευρωβαρόμετρο είναι γνωστές και στα τέσσερα χρόνια που μεσολάβησαν από τότε σίγουρα τα πράγματα έχουν χειροτερέψει. Οι νεοέλληνες, μετά τους Πορτογάλους, διαβάζουν βιβλία λιγότερο από όλους τους άλλους πολίτες των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εμφανίζονται να είναι επίσης οι πολίτες που ενημερώνονται λιγότερο από οποιονδήποτε άλλο Ευρωπαίο από τις εφημερίδες!

Αντίθετα, κατέχουμε μοναδική ευρωπαϊκή πρωτιά σε ώρες καθημερινής αποχαύνωσης μπροστά στην τηλεόραση και τα σκουπίδια που μας σερβίρει είναι σχεδόν η μοναδική τακτική τροφή για την ενημέρωση μας και την πολιτιστική μας παιδεία!

Ώρες ώρες σκέφτομαι πόσο προφητικός ήταν ο Φρανσουά Τρυφώ το 1966 και πόσο μοιάζουν οι επιβλητικές, μεγάλων διαστάσεων τηλεοράσεις που βλέπαμε στις σκηνές εκείνης της ταινίας, με τις αντίστοιχες σημερινές οθόνες TV από υγρό κρύσταλλο που μπαίνουν στα σπίτια όλο και περισσότερων Ελλήνων και διαπλάθουν ανθρώπους ρομπότ που «διασκεδάζουν» και «ενημερώνονται» από τους γνωστούς κάθε λογής παρουσιαστές και παρουσιάστριες των ημερών. Στο Fahrenheit 451 σε κάθε δωμάτιο υπήρχε και μια τηλεόραση. Στα σημερινά ελληνικά σπίτια συμβαίνει περίπου το ίδιο. Ακόμη και στην κουζίνα έχει εισβάλλει η οθόνη της αποβλάκωσης για να μην υπάρχουν κενά στη καθημερινή πλύση εγκεφάλου της κάθε ανεγκέφαλης νοικοκυράς.

Με την κατάντια της ελληνικής τηλεόρασης, πρώτα της ιδιωτικής αλλά και της κρατικής να ακολουθεί κατά πόδας, οι σκέψεις αυτές προβληματίζουν όλο και περισσότερο. Αν, τουλάχιστον, μας εξανάγκαζαν με την απειλή της πυράς να έχουμε την τηλεόραση ως μοναδικό εργαλείο γνώσης και ενημέρωσης, τότε πάντα θα υπήρχε η ελπίδα της αντίστασης και της φυγής στα ελεύθερα κοινόβια των Book People της ταινίας του Τρυφώ. Παρόμοια ελπίδα όμως δεν υπάρχει. Οι περισσότεροι συμπατριώτες μας έχουν εξοστρακίσει το διάβασμα από τη ζωή τους και έχουν δηλώσει υποταγή στους κυρίαρχους παρουσιαστές των «ειδήσεων» και στους διάφορους αυτιάδες της καθημερινής παραπληροφόρησης.

Ο Φρανσουά Τρυφώ, φανατικός αναγνώστης βιβλίων ο ίδιος, φωτογράφισε στη δεκαετία του 1960 με μοναδική μαεστρία μια αποκρουστική κοινωνία χωρίς βιβλία, αλλά με πολύ τηλεόραση. Αν ζούσε, είμαι σίγουρος ότι θα συνέχιζε να επισκέπτεται τη χώρα μας και πολλά θα είχε να πει για το κοινωνικό τοπίο που θα παρατηρούσε εδώ. Ίσως να έφτιαχνε και κάποια ταινία για τη σημερινή Ελλάδα που θα γινόταν κι αυτή επιτυχία.




Στη μικρή πόλη Bad Arolsen, στη Βόρεια Έσση της Γερμανίας, φυλάσσεται ένα από τα σημαντικότερα και μεγαλύτερα σε μέγεθος Αρχεία για τα εγκλήματα του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου, τα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, τα κρεματόρια και την τύχη εκατομμυρίων ανθρώπων που έπεσαν στα χέρια της χιτλερικής κρεατομηχανής. Υπολογίζεται ότι σε συνολικό μήκος περίπου 25 χιλιομέτρων που καταλαμβάνουν τα ράφια των αρχείων, υπάρχουν καταχωρημένοι 50 εκατομμύρια φάκελοι που αφορούν 17 εκατομμύρια ανθρώπους και στα έγγραφα που με λεπτομέρεια και μεθοδικά τηρούσαν οι αρχιτέκτονες του ολοκαυτώματος περιγράφονται οι τραγικές ιστορίες των θυμάτων και ζωντανεύουν οι μνήμες της μεγαλύτερης θηριωδίας που έζησε η Ευρώπη τον εικοστό αιώνα.

Τα Αρχεία έχουν τεθεί στην υπηρεσία της ITS (International Tracing Service). Η ITS είναι μια Επιτροπή του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού που ερευνά και προσπαθεί να εντοπίσει ανθρώπους και οικογένειες που χάθηκαν στα χρόνια της κυριαρχίας του καθεστώτος των Ναζί. Υπεύθυνη για τη φύλαξη, τήρηση και προστασία αυτών των Αρχείων είναι μια Διακρατική Επιτροπή που συστάθηκε μετά τη λήξη του πολέμου στην οποία συμμετέχουν 11 Κράτη: ΗΠΑ, Βρετανία, Ισραήλ, Πολωνία, Ολλανδία, Λουξεμβούργο, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Βέλγιο και η Ελλάδα.

Το Μάιο του 2006 οι ένδεκα αυτές χώρες υπέγραψαν στο Λουξεμβούργο μια αρχική συμφωνία, ύστερα από συζητήσεις πολλών ετών, και ανακοίνωσαν ότι τα Αρχεία θα τεθούν στη διάθεση της ιστορικής έρευνας οκτώ χρόνια νωρίτερα απ’ ότι αρχικά προβλεπόταν, ώστε να χυθεί σήμερα φως στις λεπτομέρειες εκείνης της φρικτής περιόδου. Μετά την αρχική αυτή συμφωνία θα ακολουθούσε η κύρωση (ratification) εκ μέρους των κυβερνήσεων των 11 χωρών με στόχο, στη συνάντηση που έχει ορισθεί για τον επόμενο Μάιο 2007, να ανακοινωθεί το «ξεκλείδωμα» των Αρχείων για ελεύθερη χρήση στις έρευνες των Ιστορικών.

Σήμερα, ένα μήνα περίπου πριν από τη συνάντηση αυτή, πέντε χώρες έχουν ήδη δώσει την τελική έγκριση: οι ΗΠΑ, η Βρετανία, το Ισραήλ, η Ολλανδία και η Πολωνία.

Δύο χώρες, η Γερμανία και το Λουξεμβούργο, ανακοίνωσαν ότι θα πράξουν το ίδιο πριν από την συνάντηση του Μαΐου 2007.

Οι υπόλοιπες τέσσερις χώρες, ανάμεσα σ’ αυτές και η Ελλάδα, μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, δεν έχουν ακόμη επικυρώσει τη συμφωνία του Λουξεμβούργου.

Σε ότι αφορά εμάς, γιατί άραγε αυτή η καθυστέρηση;
Μας εμποδίζει ο Νόμος περί Προστασίας των Προσωπικών Δεδομένων;
Φταίει η ρωμαίικη αναβλητικότητα που αφήνει όλα για την τελευταία στιγμή;
Ή μήπως η συλλογική μνήμη μας δεν είναι πολύ ευτυχής με την άπλετη φωταγώγηση εκείνης της περιόδου;

Πάντως, ό,τι και να γίνει, φαίνεται πως αν μετά την προγραμματισμένη συνάντηση του προσεχούς Μαΐου τα Αρχεία εξακολουθήσουν να παραμένουν κλειδωμένα, οι χώρες που θα έχουν δώσει την τελική έγκριση για το ξεκλείδωμα θα προχωρήσουν μόνες τους στην άρση των περιορισμών.
Χαρακτηριστική είναι η στάση του Αμερικανικού Υπουργείου Εξωτερικών το οποίο διαβεβαιώνει ότι αν δεν υπάρξει ομοφωνία μέσα στο έτος που τρέχει, το State Department θα επιλέξει άλλους τρόπους για το άνοιγμα των Αρχείων και ενδιαφέρουσα είναι η πρόσφατη ακρόαση στις 28 Μαρτίου για το θέμα αυτό ενώπιον της υποεπιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Αμερικανικής Βουλής.

Όπως κατέθεσε ο Paul A. Shapiro, «In a world still facing genocidal situations such as that in Darfur, in a world still challenged by millions of displaced refugees, there is much to learn at Bad Arolsen».


Ας περιμένουμε λοιπόν.


SearchThisBlog





Site Meter